Πέμπτη 23 Ιουνίου 2016

Κείμενο συμβολής για την οικονομία, στα πλαίσια του προσυνδιασκεψιακου διαλόγου του σ. Παναγιώτη Τσονόπουλου

Με το παρών κείμενο θα προσπαθήσω να καταθέσω σκέψεις  σχετικά με τις προοπτικές και τις συνέπειες τους σχετικά με νόμισμα και χρέος. Δεν καταπιάνομαι  με θεωρητικά ζητήματα όπως το ρόλο της Ε.Ε. (που προφανώς είναι αναγκαίο να προσεγγίζονται) , αλλά με πιθανές συνέπειες και περιορισμούς εναλλακτικών πολιτικών με βάση την ιστορική εμπειρία. Ελπίζω το κείμενο να συμβάλλει σε επεξεργασία θέσεων. Πιστεύω ότι ένα κόμμα που διεκδικεί την ηγεμονία, ακόμα και αν έχει μικρά εκλογικά ποσοστά πρέπει να έχει σοβαρά επεξεργασμένο πρόγραμμα.

Α) ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΙΣΜΑ
  1. Παραμονή στην ευρωζώνη και εφαρμογή μνημονίου
Σε περίπτωση εντάξεως σε νομισματική ένωση (η οποία μπορεί να ειδωθεί ως ακραία μορφή συστήματος σταθερών ισοτιμιών) εξαλείφεται το πρόβλημα σχετικά με τη συναλλαγματική ισοτιμία (και την αστάθεια που προκαλούν οι μεταβολές της) και επιπλέον μειώνεται το κόστος συναλλαγών. Τα παραπάνω συμβάλλουν στην ανάπτυξη του εμπορίου στο εσωτερικό της. Οι χώρες μέλη δεν μπορούν να υποτιμήσουν το νόμισμα, ούτε να μεταβάλλουν τα επιτόκια, αφού η Ε.Κ.Τ. καθορίζει τα επιτόκια βάσεως. Στην ευρωζώνη λόγω των περιορισμών για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς τα κράτη μέλη δεν έχουν ούτε εργαλεία δημοσιονομικής πολιτικής να αντιμετωπίσουν τις κρίσεις. Αλλά ακόμα και να είχαν εργαλεία, η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική θα οδηγούσε σε αύξηση εισαγωγών, η οποία θα έπρεπε να χρηματοδοτηθεί με εξωτερικό δανεισμό (με δεδομένο ότι είναι ελάχιστες οι μεταβιβάσεις). Επειδή οι οικονομικές κρίσεις επιδρούν με διαφορετικό τρόπο σε διαφορετικές χώρες, αναλόγως του σε ποια φάση του οικονομικού κύκλου βρίσκονται και το πώς είναι η δομή της οικονομίας τους, είναι προφανές ότι εφ’ όσον σε μία ένωση συμμετέχουν χώρες σε διαφορετικό επίπεδο αναπτύξεως, χρειάζονται διαφορετικές πολιτικές για την αντιμετώπιση κρίσεων. Οι χώρες μέλη με ελλειμματικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αναγκαστικά θα το χρηματοδοτήσουν μέσω εξωτερικού δανεισμού. Λόγω της άνισης και συνδυασμένης αναπτύξεως, η άρση των περιορισμών στις οικονομικές συναλλαγές εντός νομισματικής ενώσεως έχει ως αποτέλεσμα την συγκέντρωση ακόμα περισσότερης οικονομικής ισχύος στις χώρες που είναι οικονομικά ισχυρότερες και την αύξηση των ανισοτήτων. Από τη στιγμή που κάποιες χώρες είναι πλεονασματικές στο εμπόριο μεταξύ χωρών μελών της νομισματικής ενώσεως, αναγκαστικά άλλες είναι ελλειμματικές. Μέσω κινήσεως κεφαλαίων και διαφορών επιτοκίων εξισορροπούνται οι διαφορές μεταξύ χωρών μελών.  Θεωρητικά οι ανισορροπίες θα μπορούσαν να ξεπεραστούν μέσω των μεταβιβάσεων από τις πλεονασματικές χώρες προς τις ελλειμματικές, οι οποίες κατ΄αυτό τον τρόπο θα μπορούσαν να ασκήσουν επεκτατική πολιτική. Για να συμβεί κάτι τέτοιο απαιτείται εξαιρετικά υψηλώτερος βαθμός δημοσιονομικής ολοκληρώσεως. Το 2011 ο προϋπολογισμός της Ε.Ε. ήταν 141 δις € που αντιστοιχούν σε περίπου 1,1% του Α.Ε.Π., ενώ ο ομοσπονδιακός προϋπολογισμός των Η.Π.Α. αντιστοιχούσε σε 40,1% του Α.Ε.Π.. Είναι δύσκολο να κατανοηθεί για ποιο λόγο οι πλεονασματικές χώρες θα αποδεχτούν κάτι τέτοιο Θεωρητικά οι ανισορροπίες θα μπορούσαν να ξεπεραστούν μέσω των μεταβιβάσεων από τις πλεονασματικές χώρες προς τις ελλειμματικές, οι οποίες κατ΄αυτό τον τρόπο θα ασκούσαν επεκτατική πολιτική[1]. Για να συμβεί κάτι τέτοιο απαιτείται εξαιρετικά υψηλώτερος βαθμός δημοσιονομικής ολοκληρώσεως. Το 2011 ο προϋπολογισμός της Ε.Ε. ήταν 141 δις € που αντιστοιχούν σε περίπου 1,1% του Α.Ε.Π., ενώ ο ομοσπονδιακός προϋπολογισμός των Η.Π.Α. αντιστοιχούσε σε 40,1% του Α.Ε.Π.. Είναι δύσκολο να κατανοηθεί για ποιο λόγο οι πλεονασματικές χώρες θα αποδεχτούν κάτι τέτοιο. άνευ ανταλλαγμάτων. Η διαγραφή χρεών ελλειμματικών χωρών πέρα από το ότι θα ζημιώσει τους δανειστές, θα αποθαρρύνει το μελλοντικό δανεισμό και επομένως ακόμα και αν συμβεί, θα υπάρχει πίεση για περιορισμό ελλειμμάτων ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Η πρόταση να περιορίσουν χώρες πλεονασματικές όπως η Γερμανία τα πλεονάσματά τους και να αυξήσουν τους μισθούς των εκεί εργαζομένων και τον πληθωρισμό, προφανώς βρίσκει αντίθετη τη Γερμανική αστυκή τάξη η οποία δεν επιδιώκει να μειώσει την κερδοφορία της και να ενισχύσει ανταγωνιστές. Αντί αυτού επιδιώκει μέσω των εφαρμοζόμενων πολιτικών α)να περιορίσει την αύξηση του χρέους μέσω της απαιτήσεως για πρωτογενή πλεονάσματα ώστε να αρχίσει σταδιακά να μειώνεται το ύψος του (ακόμα και αν λόγω υφέσεως αυξάνει το ποσοστό του ως προς το Α.Ε.Π.), β) μέσω της εσωτερικής υποτιμήσεως και της μειώσεως του εργατικού κόστους και των μεταρρυθμίσεων σε εργασιακά να αυξηθούν οι εξαγωγές και να μειωθούν οι εισαγωγές ώστε να μειωθούν οι ανισορροπίες στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και επιπλέον να γίνουν οι χώρες της περιφέρειας ελκυστικώτερες για επενδύσεις και να διοχετευτούν σε αυτές πλεονάσματα χωρών Β. Ευρώπης.
Αποκλειομένων των προτάσεων για διαγραφή χρεών, μεταβιβάσεων, αυξήσεως μισθών και πληθωρισμού σε πλεονασματικές χώρες, η μόνη λύση που απομένει είναι η διόρθωση μακροοικονομικών ανισορροπιών μέσω περιοριστικών πολιτικών, η οποία οδηγεί σε βαθιά ύφεση, εκτός και αν γίνει εφικτή σημαντική αύξηση των εξαγωγών.  Είναι ερώτημα το κατά πόσο αυτό είναι εφικτό σε συνθήκες επιδιενώσεως της απγκόσμιας οικονομικής κρίσεως που εκδηλώθηκε το 2008. Η προσαρμογή της οικονομίας σε μειωμένη ποσότητα χρήματος γίνεται μέσω της εσωτερικής υποτιμήσεως στην ευρωζώνη.  Η εφαρμοζόμενη εσωτερική υποτίμηση έχει υψηλώτερο κόστος και είναι αναποτελεσματικώτερη από εξωτερική, όπως δείχνει η ιστορική εμπειρία. Η εισαγωγή του ευρώ έχει οδηγήσει σε κρίση την Ευρώπη, όπως ο κανών του χρυσού τη δεκαετία του ΄20, με τη διαφορά ότι τότε δεν υπήρξαν πακέτα διασώσεως.

1Α). ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
Μετά τον α παγκόσμιο πόλεμο οι περισσότερες χώρες εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη σύνδεση των νομισμάτων τους με το χρυσό. Το Ηνωμένο Βασίλειο το 1925 αποφάσισε να επιστρέψει στο χρυσό κανόνα και να προσδέσει τη στερλίνα στο χρυσό με την ίδια ισοτιμία που είχε και προηγουμένως. Οι συνέπειες ήταν ύφεση, αποπληθωρισμός, ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, μείωση αποθεμάτων χρυσού (λόγω της πίστης ότι το νόμισμα είναι υπερτιμημένο και δε θα διατηρηθεί επί μακρό διάστημα η ισοτιμία), αύξηση της ανεργία στο 25% το 1931. Τελικά η στερλίνα υποτιμήθηκε και αποσυνδέθηκε από το χρυσό.
Τον απρίλιο του 1932 η Ελλάς κήρυξε χρεοστάσιο αδυνατώντας να καταβάλει άνω του  50% των δαπανών του προϋπολογισμού για εξυπηρέτηση τοκοχρεολυσίων , αποσυνέδεσε τη δραχμή από τον κανόνα του χρυσού. Η τότε κυβέρνηση Βενιζέλου είχε προσπαθήσει από το φθινόπωρο του 1931 να αποφύγει την αποσύνδεση από τον κανόνα του χρυσού, επειδή τα περισσότερα δάνεια είχαν εκδωθεί σε χρυσό ή ξένα νομίσματα και η αποσύνδεση θα αύξανε το δημόσιο χρέος.
Όμως, η αποτυχία συνάψεως εξωτερικού δανείου δεν άφησε άλλη διέξοδο.  Η υποτίμηση της δραχμής σε συνδυασμό με τον κρατικό προστατευτισμό επέτρεψαν  την αύξηση του εθνικού εισοδήματος, της βιομηχανικής & αγροτικής παραγωγής και την υποκατάσταση των εισαγωγών βιομηχανικών προϊόντων, με συνέπεια τη σημαντική βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου, ενώ οι πραγματικοί μισθοί, αλλά και η ανεργία, μειώθηκαν. Ας σημειωθεί ότι και λόγω της παγκοσμίου οικονομικής κρίσεως, την περίοδο 1928- τέλη 1931 είχε υπάρξει σημαντική μείωση του εθνικού εισοδήματος, των δεικτών οικονομικής παραγωγής, βιομηχανικής & γεωργικής παραγωγής, συνοδευόμενη από αποπληθωρισμό, αύξηση της ανεργίας,  μειώσεως των πραγματικών μισθών, παρόλο που υπήρχε νομισματική σταθερότης, χαμηλό κόστος δανεισμού(που εκτοξεύτηκε ύστερα από την πτώχευση) και οι προϋπολογισμοί των ετών 1928-1930 ήταν πλεονασματικοί. Ας σημειωθεί ότι ύστερα από τη στάση πληρωμών το 1932 αυξήθηκαν και λόγω της αναπτύξεως τα πλεονάσματα του προϋπολογισμού. Παρά την υποτίμηση του νομίσματος, η αύξηση του πληθωρισμού ήταν μικρότερη ποσοστιαία και αυξήθηκαν σε μεγαλύτερο ποσοστό οι τιμές των αλλοδαπών προϊόντων σε σχέση με τα εγχώρια.
Ενώ την περίοδο 1928-31 ο ετήσιος ρυθμός αυξήσεως του δείκτη βιομηχανικής παραγωγής ήταν 2,9%, την περίοδο 1931-38 ανερχόταν σε 6,4% (μεγαλύτερος από το ρυθμό πληθωρισμού) και αν δεν υπολογιστεί το 1ο έτος πτωχεύσεως που υπήρξε πτώση, τα έτη 1932-38 ο ετήσιος ρυθμός ανήλθε σε 8,5%. Βελτιώθηκε ο λόγος εξαγωγών προς εισαγωγές από περίπου 50% προ του 1932 σε άνω του 60% την περίοδο 1932-1938, αυξήθηκαν σημαντικά την περίοδο 1931-38 οι εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων, οι οποίες είχαν μειωθεί την περίοδο 1925-1931.
Συμπερασματικά, η παραμονή στην ευρωζώνη και η μη διαγραφή του χρέους (αφού με την υπαγωγή στο αγγλικό δίκαιο δεν έχουν κίνητρο οι δανειστές να δεχτούν αναδιάρθρωση χρέους) ή η διαγραφή του με ανταλλάγματα μετά από μεταρρυθμίσεις που θα έχουν μετατρέψει την Ελλάδα σε αποικία χρέους, συνεπάγονται ότι παρά τις επιμηκύνσεις και τη μείωση των επιτοκίων, η μείωση του χρέους θα είναι εξαιρετικά βραδεία διαδικασία που θα διαρκέσει 10ετίες και θα συνοδευτεί με διάθεση πόρων, περιορίζοντας τις δυνατότητες αναπτύξεως για μεγάλη χρονική περίοδο. Προφανώς ένας υψηλώτερος πληθωρισμός σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, θα είχε ως συνέπεια αρνητικά πραγματικά επιτόκια, θα διευκόλυνε την αποπληρωμή του χρέους και θα βοηθούσε στο να υπάρξει ευκολώτερη προσαρμογή μισθών από τη μείωση ονομαστικών μισθών, αλλά θα υπονόμευε το στόχο να γίνει το ευρώ διεθνές αποθεματικό νόμισμα, αφού θα το υποτιμούσε. Όμως ο κίνδυνος αποπληθωρισμού και πανευρωπαϊκής υφέσεως, υποχρέωσε την Ε.Κ.Τ. να εφαρμόσει μετριοπαθές πρόγραμμα ποσοτικής χαλαρώσεως με μεγάλη καθυστέρηση σε σχέση με κεντρικές τράπεζες Ιαπωνίας, Η.Π.Α., Ηνωμένου Βασιλείου, παρά τις Γερμανικές αντιδράσεις.  Με το πρόγραμμα πιστωτικής χαλαρώσεως αποφασίστηκε να γίνουν μηνιαίες αγορές ομολόγων υπό την προϋπόθεση ότι ο εκδότης θα έχει επαρκή πιστωτική αξιολόγηση ή  εάν τα διαπραγματεύσιμα ομόλογα έχουν εκδωθεί ή εγγυώνται από κυβερνήσεις χωρών  μελών της ευρωζώνης που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα οικονομικής βοήθειας. Σε περίπτωση επανεξέτασης προγράμματος αναστέλλεται η επιλεξιμότης του προγράμματος μέχρι να υπάρξει θετική απόφαση.  Επιτρέπεται καταρχήν η αγορά ομολόγων με αρνητικά επιτόκια, με αποτέλεσμα να ωφελούνται από το πρόγραμμα χώρες που δεν το έχουν ανάγκη και να διατίθενται λιγώτερα ποσά σε άλλες που το έχουν όπως η Ελλάδα. Οι κεντρικές τράπεζες του ευρωσυστήματος θα κατέχουν το ανώτερο μέχρι 25% των ομολόγων ενός εκδότου ή 33% για περιπτώσεις χωρών εκδοτών που βρίσκονται σε πρόγραμμα  Τα ελληνικά οφέλη από τυχόν συμμετοχή στο πρόγραμμα είναι ελάχιστα διότι στις 30/6/2015 η αξία των εκδοθέντων ομολόγων ήταν περίπου 66,5 δις και η Ε.Κ.Τ. κατείχε σχεδόν 18 δις. Με βάση το όριο του 33%, οι ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες μπορούν να κατέχουν ελληνικά ομόλογα αξίας 22 δις και ήδη κατέχουν σχεδόν 18.

  1. ΔΙΠΛΟ ΝΟΜΙΣΜΑ

Όταν υπάρχει διπλό νόμισμα είτε η σχέση μεταξύ των δύο νομισμάτων καθορίζεται διοικητικά από τις νομισματικές αρχές ή από τις δυνάμεις της αγοράς. Εάν καθορίζεται από τις δυνάμεις της αγοράς, η εισαγωγή δεύτερου νομίσματος επιτρέπει την αντιμετώπιση των προβλημάτων ρευστότητας, μειώνει τον κίνδυνο στάσεως πληρωμών του κράτους και έχει αποτελέσματα ισοδύναμα με αύξηση της ποσότητας χρήματος. Εάν υπάρξει διοικητικός καθορισμός, τότε θα υπάρχει ζήτηση για απόκτηση του υποτιμημένου νομίσματος, το οποίο θα κυριαρχήσει στις συναλλαγές. Η ύπαρξη παράλληλου νομίσματος περιορίζει την αποτελεσματικότητα της νομισματικής πολιτικής, αφού οι νομισματικές αρχές δεν μπορούν να επηρεάσουν το μέρος της νομισματικής βάσης που αποτελείται από συνάλλαγμα  και τη έχουν μικρότερη δυνατότητα να ελέγξουν τον πληθωρισμό. Στην περίπτωση της Ελλάδος, που ανήκει σε νομισματική ένωση, με την εισαγωγή διπλού νομίσματος επιδιώκεται να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που δημιουργεί η συμμετοχή σε μία νομισματική ένωση με ασυμμετρίες και διαφορετικό επίπεδο αναπτύξεως μεταξύ των μελών. Αντιμετωπίζει το πρόβλημα ρευστότητας, ενώ η κύρια πηγή ρευστότητας εξακολουθεί να ελέγχεται από την Ε.Κ.Τ.. Με το διπλό νόμισμα γίνεται διαχωρισμός μεταξύ της εθνικής και της παγκόσμιας οικονομίας, το μέσο συναλλαγών στο εσωτερικό θα είναι ανεξάρτητο από το χρησιμοποιούμενο μέσο στο εξωτερικό εμπόριο.
Η έκδοση δραχμής, η οποία θα είναι δια νόμου υποχρεωτικό μέσο συναλλαγών στο εσωτερικό, θα απαντήσει στο πρόβλημα ρευστότητας. Με την εκτύπωση δραχμών θα γίνει εφικτή η χρηματοδότηση αντιυφεσιακής επεκτατικής δημοσιονομικά πολιτικής που θα μειώσει την ανεργία και η κάλυψη των κρατικών δαπανών θα γίνει χωρίς εξωτερικό δανεισμό. Τα πρωτογενή ελλείμματα θα καλύπτονται με αύξηση ποσότητας χρήματος, χωρίς να αυξηθεί το δημόσιο χρέος.
Επειδή η δραχμή θα υποτιμάτο έναντι του ευρώ, θα προκαλούσε περιορισμένη αύξηση της εγχώριας ζητήσεως και των δημοσιονομικών δαπανών. Οι συναλλαγές στο εσωτερικό θα μπορούν να γίνουν και στα 2 νομίσματα. Από τη στιγμή που το κράτος θα πληρώνει σε δραχμές, δεν μπορεί να επιβάλλει να πληρωθεί σε ευρώ νομικά και ακόμα και αν το θεσπίσει δεν θα μπορούν να το κάνουν οι πολίτες.
Προφανώς θα υπάρχει από τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών ζήτηση δραχμών (δηλαδή πώληση ευρώ και αγορά δραχμών) για την πληρωμή φόρων και επιπλέον προτίμηση στο να δαπανηθούν δραχμές για αγορά αγαθών και αποταμίευση ευρώ. Η αύξηση των φόρων θα αύξανε τη ζήτηση για δραχμές. Εάν μάλιστα η ισοτιμία της δραχμής καθορίζεται διοικητικά και είναι υπερτιμημένη (η αύξηση της διαφοράς μεταξύ επίσημης και αγοραίας ισοτιμίας ισοδυναμεί στην περίπτωση αυτή με μείωση των φόρων σε ευρώ), θα υπάρξει ακόμα μεγαλύτερη ζήτηση για δραχμές, που θα ωθήσει την τιμή στην παράλληλη αγορά προς την τιμή στην επίσημη. Όμως, η μεγάλη αύξηση φόρων θα δημιουργούσε προβλήματα σε όσους αμοίβονται σε δραχμές, εκτός και αν κατανεμηθούν οι φόροι με τρόπο ώστε να θίξει κυρίως τα ανώτερα εισοδηματικά στρώματα. Εάν καθοριστεί διοικητικά υπερτιμημένη ισοτιμία της δραχμής, υπάρχει αυξημένη πιθανότητα να υπάρξει αγορά ευρώ σε τιμή διαφορετική από την επίσημη. Η δραχμή θα χρησιμοποιείται μόνο στο εσωτερικό και θα είναι μη μετατρέψιμη ή μετατρέψιμη μέχρι ένα ποσό σε ευρώ. Εάν η δραχμή είναι πλήρως μετατρέψιμη σε ευρώ, θα υπάρχει τάση μετατροπής σε ευρώ, που θα ωθήσει σε υπερβολική πτώση την ισοτιμία της και σε εκροή κεφαλαίων.
Το χρέος θα παραμένουν σε ευρώ και το ονομαστικό εξωτερικό χρέος μπορεί να μειωθεί είτε αν διαγραφεί είτε αν υπάρξει πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Το πλεόνασμα θα επιτρέψει στο να αποπληρώνεται με έσοδα από εξαγωγές το όποιο μέρος του χρέους που θα συμφωνηθεί ή αν γίνει χρεοκοπία να χρηματοδοτηθεί η ανάπτυξη. Η μετάβαση σε διπλό νόμισμα δημιουργεί ζητήματα νομικής φύσεως. Τα εγχώρια συμβόλαια θα ξαναγραφούν σε 2 νομίσματα και τα διεθνή συμβόλαια θα επαναδιαπραγματευτούν. Οι τιμές επίσης θα αναγράφονται υποχρεωτικά σε 2 νομίσματα. Το διπλό νόμισμα θα προκαλέσει επιπλέον κόστος σε εταιρείες, αφού οι λογιστικές καταστάσεις θα απεικονίζονται σε δύο νομίσματα. Θα ευνοήσει τις εξαγωγικές εταιρείες που θα έχουν έσοδα σε ευρώ και έξοδα σε υποτιμούμενες δραχμές, ενώ θα ζημιώσει τις εισαγωγικές, για τις οποίες ισχύει το αντίθετο. Το ίδιο πρόβλημα θα αντιμετωπίσουν οι εταιρείες κοινής ωφελείας που θα εισάγουν πετρέλαιο ή φυσικό αέριο.
Το πλέον ακανθώδες ζήτημα σε εισαγωγή διπλού νομίσματος (όπως και σε μετάβαση σε δραχμή) είναι η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος. Εάν οι καταθέσεις μετατραπούν σε δραχμές, θα υπάρξει κατάρρευση εμπιστοσύνης στις τράπεζες. Εάν οι καταθέσεις μετατραπούν σε δραχμές και τα δάνεια παραμείνουν σε ευρώ, θα μειωθούν οι υποχρεώσεις των τραπεζών, αλλά θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα ρευστότητος. Επιπλέον, είναι προφανές ότι θα αυξηθούν οι επισφάλειες δραματικά και οι τράπεζες θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα κεφαλαιακής ανεπάρκειας. Στην αντίστροφη περίπτωση, οι τράπεζες θα υποστούν ζημίες και θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα κεφαλαιακής ανεπάρκειας. Εάν μετατραπούν σε δραχμές και οι καταθέσεις και τα δάνεια, θα υπάρξει μείωση των στοιχείων του ισολογισμού των τραπεζικών ιδρυμάτων, τα οποία θα περιέλθουν σε αδυναμία να εξυπηρετήσουν τις οφειλές προς την Ε.Κ.Τ. σε ευρώ και θα πτωχεύσουν. Στην περίπτωση αυτή, ή θα πρέπει να γίνει αύξηση κεφαλαίου από κράτος ή ιδιώτες μετόχους ή να μειωθούν οι υποχρεώσεις των τραπεζών μέσω κουρέματος καταθέσεων όπως στην Κύπρο ή να τεθούν σε καθεστώς εκκαθαρίσεως κάποια από τα πιστωτικά ιδρύματα.  Εάν παραμείνουν όλα τα στοιχεία του ισολογισμού και των αποτελεσμάτων χρήσεως σε ευρώ, θα υπάρξει αύξηση των επισφαλειών από όσους έχουν εισόδημα σε δραχμές (εκτός και υπάρξει μεγάλη οικονομική ανάπτυξη και αύξηση εισοδημάτων) και θα χρειαστεί ανακεφαλαιοποίηση. Υπάρχει η πιθανότητα αυξήσεως εκροών καταθέσεων(όπως συμβαίνει και τώρα), λόγω πιθανού φόβου καταθετών ότι η εισαγωγή διπλού νομίσματος θα οδηγήσει στη δραχμή, με συνέπεια να καταστούν αναγκαίοι οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων.
Το διπλό νόμισμα μπορεί είτε να διατηρηθεί για μεγάλο διάστημα ή να αποδειχτεί προσωρινό βήμα  είτε προς ομαλή έξοδο από την ευρωζώνη είτε προς την πλήρη επιστροφή στο ευρώ μέσω της μετατροπής των δραχμών σε ευρώ.
Βεβαίως για να εφαρμοστεί θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία με τους δανειστές, η οποία είναι ερώτημα αν θα δωθεί αφού θα χρειαστεί να γίνουν, όπως και στην περίπτωση της Κύπρου, εξαιρέσεις από κανόνες Ε.Ε..

2Β. ΕΚΔΟΣΗ ΥΠΟΣΧΕΤΙΚΩΝ ΑΝΤΙ ΓΙΑ ΔΙΠΛΟ ΝΟΜΙΣΜΑ
Μπορεί αντί να καθιερωθεί παράλληλο νόμισμα, να υπάρξει έκδοση ομολογιών για να καταβληθούν οι κρατικές υποχρεώσεις. Για παράδειγμα την περίοδο 2/7-3/9/2009 η πολιτεία της Καλλιφόρνια, η οποία δεν έχει τη νομική δυνατότητα να εκδώσει χρήμα, για να αποφύγει στάση πληρωμών εξέδωσε IOUs αξίας 2,6 δις δολλαρίων, δηλαδή υποσχετικές με υπόσχεση αποπληρωμής, οι οποίες είναι διαπραγματεύσιμες στη δευτερογενή αγορά, έφεραν επιτόκιο. Αυτές οι ομολογίες χρέους δεν είναι μέσο ανταλλαγής και δεν είναι νόμισμα. Δώθηκαν αντί χρήματος προς πολίτες που δικαιούντο επιστροφή φόρων και σε προμηθευτές που δικαιούντο πληρωμές. Δεν υπάρχει εγγύηση ότι θα ανταλλαγούν με χρήμα. Για παράδειγμα δύο μεγάλες τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην Καλιφόρνια εξέφρασαν επιφυλάξεις για το αν θα τις αγοράσουν,  ενώ άλλες τις αποδέχτηκαν. Τα παραπάνω δείχνουν ότι είναι εσφαλμένη η περιγραφή των IOUs (I own you) ως παράλληλο νόμισμα (αν και υπό προϋποθέσεις θα μπορούσαν να μετατραπούν σε χρήμα). Μέσω αυτού του εργαλείου αντί να δανειστεί το κράτος μέσω έντοκων γραμματίων ή ομολόγων και να πληρώσει από τα έσοδα της πωλήσεως οφειλές σε προμηθευτές, δημοσίους υπαλλήλους, συνταξιούχους κλπ., ακολουθείται η αντίστροφη διαδικασία: εκδίδονται ομόλογα που δίνονται στους δικαιούχους στην ονομαστική τιμή και αυτοί εάν χρειάζονται ρευστότητα θα τα πωλήσουν στις τράπεζες (οι οποίες στην περίπτωση αυτή θα εισπράξουν τους τόκους), πιθανότατα με discount. Στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα της εκδώσεως αυτών των υποσχετικών θα είναι η αύξηση του ορίου δανεισμού και η παράκαμψη των περιορισμών της Ε.Κ.Τ. και η αύξηση του δημοσίου χρέους.

  1. ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΕ ΔΡΑΧΜΗ
3.Α. ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΔΙΑΛΥΣΕΩΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΩΝ ΕΝΩΣΕΩΝ
Έχουν υπάρξει εμπειρίες διαλύσεως νομισματικών ενώσεων όπως της Λατινικής Νομισματικής Ένωσης, της ζώνης του ρουβλιού ύστερα από τη διάλυση της Σ.Ε., της νομισματικής ένωσης μεταξύ Αυστρίας και Ουγγαρίας που διαλύθηκε μετά το πέρας του 1ου παγκοσμίου πολέμου, όταν το κάθε κράτος που δημιουργήθηκε στα εδάφη της αυτοκρατορίας προχώρησε μονομερώς στην εισαγωγή νομίσματος μέσω του σφραγίσματος των κυκλοφορούντων χαρτονομισμάτων με εθνικά σύμβολα ώστε να γίνει μέσο συναλλαγών. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας σφραγισμάτων υπήρξαν περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων και στα ταξίδια των πολιτών μεταξύ των χωρών, ενώ το μεταξύ τους εμπόριο περιορίστηκε.  . Οι πολίτες επιδίωκαν να διακρατήσουν χρήματα εκτός τραπεζικού συστήματος και για να αποφύγουν τον εσωτερικό αναγκαστικό δανεισμό που επέβαλλαν ορισμένες χώρες μέσω π.χ. υποχρεωτικής τοποθετήσεως μέρους των σφραγισμένων χαρτονομισμάτων σε κρατικά ομόλογα και για να τα μεταφέρουν λαθραία στο κράτος που πίστευαν ότι το νόμισμα θα έχει περισσότερη αξία ώστε να σφραγιστούν εκεί. Δημιουργήθηκε μαύρη αγορά στην οποία τα ασφράγιστα νομίσματα ανταλλάσσονταν με υψηλώτερη τιμή από την επίσημη. Στην Τσεχοσλοβακία μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, ύστερα διαπραγματεύσεις, αποφασίστηκε η διάσπαση κοινή συναινέσει. Από το τέλος του 1992 υπήρχε μετακίνηση καταθέσεων από την αδύναμη οικονομικά Σλοβακία προς την Τσεχία και αγορά περιουσιακών στοιχείων στην Τσεχία από Σλοβάκους. Την 1/1/1993 ανακηρύχθηκαν ξεχωριστά κράτη.  Η τσεχοσλοβακική κρούνα εξακολούθησε να χρησιμοποιείται και στα δύο, αλλά επιβλήθηκαν περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων. Οι συνέπειες για τα πιο αδύναμα κράτη από τη διάλυση νομισματικών ενώσεων ποικίλουν. Μετά τη διάλυση της Ε.Σ.Σ.Δ. και την αποσύνθεση της ζώνης του ρουβλιού, οι εθνικές τράπεζες άρχισαν να χορηγούν αφειδώς πιστώσεις με τελική κατάληξη τον υπερπληθωρισμό και τη μείωση του εθνικού προϊόντος κατά μέσο όρο 52%. Οι συνέπειες από τη διάλυση της Αυστορουγγρικής αυτοκρατορίας στα κράτη που δημιουργήθηκαν στα εδάφη της ποικίλαν. Οι Ρουμανία, Νοτιοσλαβία (μετέπειτα Γιουγκοσλαβία) είχαν δημοσιονομικά πλεονάσματα και νομισματική σταθερότητα και τα νομίσματά τους ανατιμήθηκαν. Στην Τσεχία η προσπάθεια διατηρήσεως της προπολεμικής μετατρεψιμότητας σε χρυσό οδήγησε σε εμπορικό έλλειμμα, αύξηση ανεργίας, αποπληθωρισμό και εκροή κεφαλαίων. Η Αυστρία και η Ουγγαρία είχαν δημοσιονομικά ελλείμματα. Τα νομίσματά τους υποτιμήθηκαν και υπήρξε υπερπληθωρισμός.  Η διάλυση της Τσεχοσλοβακίας το 1993 μείωσε κατά 25% το εμπόριο μεταξύ Τσεχίας, Σλοβακίας, αλλά οι επιπτώσεις στο Α.Ε.Π. ήταν απειροελάχιστες. Πάντως τυχόν έξοδος Ελλάδος με ευρωζώνη δεν είναι απολύτως συγκρίσιμη, διότι στις προαναφερθείσες περιπτώσεις  διελύθη νομισματική ένωση, ενώ αν η ευρωζώνη επιβιώσει τυχόν ελληνικής αποχωρήσεως, θα αφορά διατήρηση νομισματικής ενώσεως με μικρότερο αριθμό μελών. Το σημαντικώτερο δεν είναι το πώς θα μετατραπούν τα ευρώ σε δραχμές, αλλά ο έλεγχος της νομισματικής κυκλοφορίας ύστερα από την εισαγωγή της νέας δραχμής.
3.Β. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ
Όπως έχει φανεί και από την ιστορική εμπειρία, υπάρχουν δυσχέρειες εκτυπώσεως νέου νομίσματος και υπολογίζεται ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον 4 μήνες. Το πρόβλημα της μη υπάρξεως νομίσματος σε φυσική μορφή για ένα διάστημα μπορεί να επιχειρηθεί να επιλυθεί είτε με τη διεξαγωγή εγχρήματων συναλλαγών σε ευρώ και μη εγχρήματων σε δραχμές, με το σφράγισμα των παλαιών νομισμάτων (ευρώ) όπως έγινε στο παρελθόν ή με την υποχρεωτική χρήση πλαστικού/ ψηφιακού χρήματος. Πιθανή συνέπεια είναι ένα μέρος των συναλλαγών να διεξάγονται μέσω απευθείας ανταλλαγών χωρίς τη μεσολάβηση νομίσματος. Στην 1η περίπτωση θα είχαμε καταβολές μισθών σε δραχμές και αναλήψεις από τραπεζικούς λογαριασμούς σε ευρώ, κάτι που θα προκαλούσε νέο κύμα εκροών καταθέσεων από τις τράπεζες ώστε να αποφευχθεί η αναμενόμενη μετατροπή των ευρώ σε δραχμές.  Στη 2η περίπτωση το σφράγισμα είναι δύσκολο να συμβεί απροειδοποίητα (οπότε θα έχουν γενικευτεί οι αναλήψεις πριν εξαγγελθεί). Θα υπάρχει κίνητρο για πελάτες (όπως συνέβη και στο παρελθόν) και υπαλλήλους τραπεζών να παρακάμψουν το σφράγισμα των τραπεζογραμματίων του ευρώ και να αποθηκεύσουν τραπεζογραμμάτια ευρώ και λαθραίας εξαγωγής τους σε περίπτωση επιβολής ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων. Ο σχεδιασμός για εισαγωγή της δραχμής είναι εξαιρετικά δύσκολο να υλοποιηθεί με την απαιτούμενη μυστικότητα ώστε να αποφευχθεί η εκροή καταθέσεων. Εάν αντί της εισαγωγής της δραχμής επιλεγεί η εισαγωγή παράλληλου νομίσματος, δεν θα απαιτηθεί μυστικότητα και η εκροή κεφαλαίων θα είναι μικρότερη.  Η 3η περίπτωση έχει πολλές πρακτικές δυσκολίες. Πέρα από πιθανές νομικές επιπλοκές επειδή τα χαρτονομίσματα και τα κέρματα είναι νόμιμα μέσα συναλλαγών, η εξάλειψη των μετρητών από τις συναλλαγές θα περιόριζε σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα τη φοροδιαφυγή και την παραοικονομία, αλλά πιθανόν να έπληττε σημαντικά την οικονομική δραστηριότητα καταργώντας την ανωνυμία που παρέχει η χρήση μετρητών, αυξάνοντας το κόστος συναλλαγών κυρίως σε αυτοαπασχλούμενους, επιχειρηματίες με μικρό κύκλο εργασιών, ιδίως σε αγροτικές περιοχές ή απομονωμένα νησιά με μικρό πληθυσμό και το κόστος παροχής υπηρεσιών σε πολλές δραστηριότητες (π.χ. αγροτικές εργασίες, καθαρισμός οικιών, φροντίδα ηλικιωμένων).
Πέρα από τα παραπάνω προβλήματα, η επανεισαγωγή δραχμής είναι πιθανό να προκαλέσει και νομικά προβλήματα σχετιζόμενα με την αλλαγή ονομαστικής αξίας στοιχείων ενεργητικού και παθητικού. Όσοι θιχτούν από την ισοτιμία με το ευρώ που θα καθοριστεί από την Τ.τ.Ε., είναι απίθανο να μην προσφύγουν δικαστικά. Το 2002 έγινε η αντίστροφη μετάβαση προς ένα ισχυρώτερο νόμισμα, αφού είχε κλειδωθεί η ισοτιμία από τις 15/3/1998. Τα προβλήματα αυτά θα αποφευχθούν μέσω της εισαγωγής παράλληλου νομίσματος, το οποίο θα διαπραγματεύεται έναντι του ευρώ.    Τέλος, τουλάχιστον βραχυχρονίως, η φυγή καταθέσεων λόγω προσδοκιών για εισαγωγή αδύναμου νομίσματος και η προκύπτουσα κρίση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, θα επηρεάσουν αρνητικά το εμπόριο και τις επενδύσεις. Η έλλειψη εμπιστοσύνης και οι αρνητικές προσδοκίες καταναλωτών και επιχειρηματιών (τουλάχιστον ώσπου να σταθεροποιηθεί η κατάσταση) θα οδηγήσουν σε πτώση οικονομικής δραστηριότητας και τιμών περιουσιακών στοιχείων. Όλα τα παραπάνω θα υπάρξουν σε πολύ μικρότερο βαθμό αν αντί της εισαγωγής δραχμής επιλεγεί η εισαγωγή παράλληλου νομίσματος.
Όπως και στην υιοθέτηση διπλού νομίσματος, θα υπάρξουν έντονα προβλήματα στον τραπεζικό τομέα και θα χρειαστούν περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων (σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό από την περίπτωση που θεσπιστεί διπλό νόμισμα) . Η έξοδος από την ευρωζώνη, πέρα από το ότι υπάρχει πιθανότητα να οδηγήσει σε χάος βραχυπρόθεσμα, θα οδηγήσει σε κατάρρευση τραπεζών. Οι ελληνικές τράπεζες δε θα μπορούν να καταθέσουν ως ενέχυρο στην Ε.Κ.Τ. ελληνικά ομόλογα  και μη δυνάμενες να αποπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους θα χρεωκοπήσουν. Τα περιουσιακά στοιχεία των τραπεζών θα υποτιμηθούν και δεν θα μπορούν να δανειστούν από τη διατραπεζική αγορά. Θα απαιτηθεί μεγάλη υποστήριξη τραπεζών από Τ.τ.Ε.. Οι τράπεζες θα ανακεφαλαιοποιηθούν από το ελληνικό κράτος αναγκαστικά σε δραχμές. Εάν οι καταθέσεις μετατραπούν αυτομάτως σε δραχμές στην τρέχουσα ισοτιμία κατά αναλογία με την Αργεντινή[2], θα υπάρξει συνάλλαγμα για εισαγωγές, αλλά θα υπάρξει κατάρρευση εμπιστοσύνης στις τράπεζες. Εάν οι τράπεζες πτωχεύσουν, πιθανώς λύση είναι η υιοθέτηση του Ισλανδικού μοντέλου αντιμετωπίσεως της χρηματοοικονομικής κρίσεως.
Το φθινόπωρο του 2008 οι τρεις μεγαλύτερες τράπεζες, με μερίδιο περίπου 85%, απέτυχαν να αναχρηματοδοτήσουν το βραχυπρόθεσμο χρέος τους ή να δανειστούν στη διατραπεζική αγορά και υπήρξε φυγή καταθέσεων. Το χρέος των τραπεζών υπερέβαινε το 450% του Α.Ε.Π. και επομένως, όπως και στην Κύπρο, το κράτος δεν ήταν σε θέση να διασώσει τις εμπορικές τράπεζες. Οι χρεοκοπημένες ιδιωτικές τράπεζες αντί να διασωθούν με χρήματα φορολογούμενων ή να κουρευτούν οι καταθέσεις όπως στην Κύπρο,  εθνικοποιήθηκαν στις αρχές οκτωβρίου 2008,  επιβλήθηκαν περιορισμοί στην αγοροπωλησία συναλλάγματος και διεγράφησαν χρέη Ισλανδών σε ξένο νόμισμα. Το δημόσιο χρέος από 28,3% του Α.Ε.Π. το 2007 έφθασε σε  90% στις αρχές του 2009.
Η ισλανδική κρόνα υποτιμήθηκε από 113,31 κορώνες ανά ευρώ τον αύγουστο του 2008 σε 340 στις 9/10/2008. Οι παρεμβάσεις της κεντρικής τράπεζας (αύξηση επιτοκίων στο 18%, περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων, πώληση συναλλάγματος..) οδήγησαν σε σταθεροποίηση το νόμισμα και στις 30/1/2009 η ισοτιμία ήταν 146,8 κορώνες ανά ευρώ. Ο ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού τον ιανουάριο του 2009 έφθασε το 18,6%. Παρά  την εφαρμογή ανορθόδοξων πολιτικών και τις αναλύσεις περί των αρνητικών συνεπειών των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων και των δικαστικών διενέξεων με αλλοδαπούς αποταμιευτές, η οικονομία ύστερα από μείωση του Α.Ε.Π. 5,1% το 2009, 3,1% to 2010, από το 2011 και ύστερα έχει θετικό ρυθμό αναπτύξεως.
3.Γ. ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΜΕ ΝΕΑ ΔΡΑΧΜΗ
Οι εγχώριες εταιρείες θα επανεκκινήσουν σε υποτιμημένο νόμισμα και όσες χρωστούν στο εξωτερικό σε τράπεζες, προμηθευτές σε σκληρό νόμισμα όπως το ευρώ, θα πρέπει να έχουν αύξηση ονομαστικών κερδών σε δραχμές τόση ώστε να αντισταθμίζονται το ποσοστό της υποτιμήσεως και το κόστος δανεισμού. Το ίδιο πρόβλημα θα αντιμετωπίσει και το κράτος για το τμήμα του εξωτερικού χρέους που δε θα διαγραφεί: τα έσοδα του κράτους θα είναι σε υποτιμημένες δραχμές, κάτι που σημαίνει ότι ceteris paribus θα γίνει πιο δύσκολη η εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους που δε θα διαγραφεί/ αναδιαρθρωθεί. Τα συμβόλαια χρέους που δεν υπάγονται στο ελληνικό δίκαιο  και δε θα μετατραπούν στο νέο νόμισμα, είτε θα αθετηθούν, είτε θα εξυπηρετηθούν με βαρύ κόστος. Επειδή η επιστροφή στη δραχμή θα συνοδευτεί μάλλον με στάση πληρωμών, η Ελλάς θα είναι αποκομμένη από τις διεθνείς πιστωτικές αγορές για μεγάλο διάστημα. Οπότε αναγκαστικά (αφού μάλλον δε θα χορηγηθούν επιδοτήσεις και χαμηλότοκα δάνεια από Ε.Ε.) η μόνη πηγή χρηματοδοτήσεως θα είναι ο εσωτερικός δανεισμός, αλλά θα έχουν απελευθερωθεί πόροι που χρησιμοποιούνται για την πληρωμή εξωτερικών δανείων. Αυτό έχει ως συνέπεια ότι θα πρέπει το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών να είναι τουλάχιστον ισοσκελισμένο (διαφορετικά θα μειώνονται τα συναλλαγματικά αποθέματα) και αναγκαστικά θα υπάρχουν περιορισμοί και στις εισαγωγές εμπορευμάτων (ποια και σε τι ποσότητες θα εισαχθούν) και στην εξαγωγή συναλλάγματος. Λόγω της αστάθειας που θα προκληθεί από τη νομισματική μεταβολή, τουλάχιστον για κάποιο διάστημα θα υπάρξουν δυσκολίες στις εισαγωγές.
Υπάρχει μία προπαγάνδα, που αναπαράγεται από υποστηρικτές του ευρώ (και το Κ.Κ.Ε.), ότι η υποτίμηση της δραχμής θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του βιοτικού επιπέδου σε ίσο ποσοστό Αυτό θα ίσχυε μόνο για προϊόντα που έχουν μηδενική εγχώρια προστιθέμενη αξία. Στην πραγματικότητα, η εγχώρια προστιθέμενη αξία των αγαθών και υπηρεσιών υπερβαίνει κατά μέσο όρο το 50%, κάτι που σημαίνει ότι μεσοσταθμικά η ποσοστιαία αύξηση των τιμών των τελικών προϊόντων λόγω της υποτιμήσεως της δραχμής θα είναι μικρότερη από το μισό του ποσοστού της υποτιμήσεως. Το ποσοστό της εγχώριας προστιθέμενης αξίας των αγαθών και υπηρεσιών για βασικά αγαθά και υπηρεσίες όπως είδη διατροφής, ενοίκια είναι υψηλώτερο, κάτι που σημαίνει ότι οι επιπτώσεις της υποτιμήσεως της δραχμής για τα λαϊκά στρώματα θα είναι ακόμα μικρότερες.
Με την εισαγωγή εθνικού νομίσματος θα γίνουν ακριβώτερα (δηλαδή θα απαιτούνται περισσότερες εγχώριες νομισματικές μονάδες για την αγορά της ίδιας ποσότητας εισαγόμενων αγαθών) τα εισαγόμενα κεφαλαιουχικά & καταναλωτικά αγαθά και όσα εγχώρια αγαθά έχουν χαμηλή προστιθέμενη εγχώρια αξία, αλλά οι προπαγανδιστές του ευρώ δε λένε ότι με την εσωτερική υποτίμηση γίνονται ακριβώτερα και τα εγχωρίως παραγόμενα και τα εισαγόμενα αγαθά. Ούτε αναφέρουν το που θα μας οδηγήσει η εσωτερική υποτίμηση με αποπληθωρισμό περιουσιακών στοιχείων και εισοδημάτων σε συνδυασμό με πληθωρισμό χρεών σε βάθος χρόνου.
Η αύξηση του κόστους παραγωγής λόγω της υποτιμήσεως μπορεί να οδηγήσει σε περιορισμό της παραγωγής σε ορισμένους κλάδους και σε περίπτωση που δεν στραφούν παραγωγικοί συντελεστές σε άλλους και υπάρξει αργούσα παραγωγική δυναμικότης, σε μείωση του Α.Ε.Π.. Όμως, το ποια θα είναι η τελική επίπτωση στην εγχώρια παραγωγή από την υποτίμηση εξαρτάται από τις ελαστικότητες των εισαγωγών και εξαγωγών, από την ύπαρξη εγχώριων υποκατάστατων των εισαγόμενων, το πώς θα διαμορφωθούν οι όροι εξωτερικού εμπορίου.
Η αλλαγή νομίσματος έχει νόημα εφόσον συνδυαστεί με μέτρα κρατικού παρεμβατισμού προς τόνωση της οικονομίας. Οι εθνικοποιημένες τράπεζες θα επιβάλλουν περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων και θα ληφθούν μέτρα ενισχύσεως εξαγωγών και περιορισμού εισαγωγών και όπου είναι εφικτό θα εφαρμοστούν πολιτικές ενισχύσεως κλάδων που υπάρχει ή επιδιώκεται να αποκτηθεί συγκριτικό πλεονέκτημα.
Με τη δραχμή θα υπάρξει εργαλείο άσκησης πολιτικής και θα καταστεί εφικτή πολιτική τόνωσης της εσωτερικής ζήτησης και υποκατάστασης εισαγωγών και επιδότησης/ ενίσχυσης εξαγωγών. Η επεκτατική νομισματική & δημοσιονομική πολιτική, συνδυασμένη με πολιτική περιορισμού εισαγωγών θα επιτρέψει την αξιοποίηση υποαπασχολούμενων παραγωγικών συντελεστών και την επανεκκίνηση της οικονομίας. Οι υποστηρικτές του ευρώ καταστροφολογούν παραβλέποντας ότι η μεγαλύτερη μεταπολεμική ύφεση δε συνέβη την περίοδο 1953-2001 επί δραχμής, αλλά πριν συμπληρωθεί δεκαετία από την ένταξη στο ενιαίο νόμισμα. Επιχειρούν να
αποδείξουν την αναποτελεσματικότητα των υποτιμήσεων[3] παραβλέποντας ότι το σημαντικώτερο πλεονέκτημα από την εισαγωγή εθνικού νομίσματος θα είναι η τόνωση της εσωτερικής αγοράς και η ενίσχυση κλάδων εγχώριας παραγωγής. Επομένως με σωστή πολιτική (που θα πρέπει να περιλαμβάνει διαγραφή μέρους του χρέους οπωσδήποτε) και σχέδιο (ακόμα και στα πλαίσια του καπιταλισμού) είναι δυνατόν να ξεπεραστούν οι πιθανώς σημαντικές βραχυχρόνιες συνέπειες, να υπάρξει ανάκαμψη, λιγώτερη ανισοκατανομή εισοδημάτων και στοιχειώδη προστασία των κοινωνικών αγαθών. Ο πληθωρισμός που θα προκύψει και οι περιορισμοί στις εισαγωγές είναι μικρότερη ζημία από τον αποπληθωρισμό, την πλήρη αποσάθρωση της παραγωγικής βάσης και την βαθιά ύφεση. Η επιλογή του εθνικού νομίσματος αφήνει ανοικτή τη δυνατότητα για να προωθηθούν κοινωνικοί μετασχηματισμοί.

3.Δ. ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ Η ΥΠΟΤΙΜΗΣΗ ΔΥΣΚΟΛΙΩΝ ΚΑΙ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΑΠΟ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΕΣ ΕΞΟΔΟΥ ΑΠΟ ΕΥΡΩΖΩΝΗ
Πρέπει να αναφερθεί ότι η νομισματική πολιτική έχει περιορισμένα όρια και σε ορισμένες συνθήκες (π.χ. αν η οικονομία βρεθεί σε κατάσταση παγίδας ρευστότητας) είναι πλήρως αναποτελεσματική. Το τελευταίο διάστημα μία σειρά κεντρικές τράπεζες έχουν υιοθετήσει προγράμματα πιστωτικής επεκτάσεως και έχουν υιοθετήσει την πολιτική αρνητικών επιτοκίων με περιορισμένα αποτελέσματα στην ανάπτυξη, αφού οι εμπορικές τράπεζες εξακολουθούν να μην επιθυμούν να αναλάβουν μεγάλους κινδύνους χορηγώντας πιστώσεις. Εάν μία χώρα αποχωρήσει από την ευρωζώνη και παραμείνει στην Ε.Ε. θα αντιμετωπίσει περιορισμούς σχετικά με το ύψος των ελλειμμάτων και το πόσο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική μπορεί να ασκήσει.  Και η δημοσιονομική και η νομισματική πολιτική είναι χρήσιμα εργαλεία στην αντιμετώπιση κρίσεων, αλλά επειδή η γενεσιουργός αιτία των κρίσεων είναι οι αντιφάσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, δεν πρέπει να υπερτιμάται το τι μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση αυτών των εργαλείων.
Υπάρχει συχνά η τάση από υποστηρικτές της αποχωρήσεως από την ευρωζώνη να ωραιοποιείται η κατάσταση που θα προκύψει με την αποχώρηση και να παραβλέπονται οι πιθανές αρνητικές συνέπειες. Ο Βατικιώτης[4] προτείνει να υπάρξει σταθερή ισοτιμία διοικητικά καθορισμένη και σχετικά με το εμπορικό ισοζύγιο υποστηρίζει ότι …Το αναγκαίο συνάλλαγμα για την κάλυψη του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου που (χωρίς καύσιμα και πλοία) ανήλθε το 2014 σε 8,13 δισ. ευρώ (από 16,04 δισ. το 2010) μπορεί να καλυφθεί από το πλεονασματικό ισοζύγιο ταξιδιωτικών υπηρεσιών που το 2014 ανήλθε σε 11,32 δισ. ευρώ (13,39 δις. εισπράξεις μείον 2,07 πληρωμές). Πέρα από το ότι αν υπάρξει ρήξη με τους πιστωτές και οικονομικός πόλεμος είναι πιθανό να υπάρξει μείωση των εσόδων από εξαγωγές και από άδηλους πόρους, ο συλλογισμός έχει αδύνατο σημείο το ότι δεν συνυπολογίζει τα καύσιμα στο εμπορικό έλλειμμα που πρέπει να καλυφθεί, ενώ είναι προφανές ότι είναι αναγκαίο να εισαχθούν, εκτός και αν μπορούμε να τα προμηθευτούμε δωρεάν. Επιπλέον, ας σημειωθεί ότι χάρη στις πολιτικές της τελευταίας 6ετίας έχουν μειωθεί οι εισαγωγές και έχει γίνει εφικτή η κάλυψη του ελλείμματος έστω και χωρίς τα καύσιμα. Επομένως, αν και ορθά γράφει ότι υπάρχουν προοπτικές απελευθερώσεως κοινωνικών δυνάμεων, βραχυχρονίως θα υπάρξει όχι αύξηση, αλλά μείωση του Α.Ε.Π., αν και μία πολιτική ανακατανομής του εισοδήματος πιθανότατα θα οδηγήσει σε βελτίωση του εισοδήματος των πιο εξαθλιωμένων όχι μόνο σε σχετικά, αλλά ακόμα και σε απόλυτα μεγέθη. Ο Καζάκης[5] μεταξύ των άλλων μέτρων προτείνει …δραστική αύξηση λαϊκών εισοδημάτων και εργατικών αμοιβών με σκοπό την αντίστοιχη άνοδο του τζίρου της αγοράς και την δημιουργία ροπής προς αποταμίευση.  Προφανώς οι μισθολογικές αυξήσεις θα συμβάλλουν στο να κερδηθεί λαϊκή υποστήριξη προς την κυβέρνηση που θα προχωρήσει σε αποχώρηση από την ευρωζώνη, αλλά πέρα από το ότι η διακοπή της εξωτερικής χρηματοδοτήσεως θα ασκήσει πτωτικές πιέσεις στο Α.Ε.Π., είναι ερωτηματικό ποια θα είναι τα αποτελέσματα της επεκτατικής πολιτικής αυξήσεως της ζητήσεως. Εάν ανταποκριθεί η προσφορά και ενεργοποιηθούν αδρανείς παραγωγικοί συντελεστές θα υπάρξει αύξηση της παραγωγής, αλλιώς θα υπάρξει πληθωρισμός. Εάν οι ιδιώτες δεν είναι πρόθυμοι να προχωρήσουν σε επενδύσεις (και προφανώς μέτρα που μειώνουν το ποσοστό κέρδους τους κάνουν λιγώτερο πρόθυμους), θα πρέπει να αναλάβει αυτό το ρόλο το κράτος. Θα πρέπει οι κρατικές επενδύσεις να γίνουν με κριτήρια μεγιστοποιήσεως κοινωνικού οφέλους και ελαχιστοποιήσεως κοινωνικού κόστους ώστε να  αποφευχθεί σπατάλη κοινωνικών πόρων. Ας σημειωθεί ότι σε περίπτωση ρήξεως με τους δανειστές και οικονομικού πολέμου, μάλλον θα υπάρξει αντίκτυπος στις εισαγωγές και ανάγκη εκμηδενισμού του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Είναι πιθανόν (αν και εξαρτάται από τι διεθνείς συμμαχίες και με ποιους όρους θα έχει συνάψει η κυβέρνηση που θα προχωρήσει σε ρήξη)  η διαθέσιμη ποσότητα εισαγόμενων αγαθών να μην καλύπτει τη ζήτηση και να υπάρξουν ελλείψεις αγαθών. Εαν υπάρξουν δυσκολίες σε εισαγωγές πρώτων υλών και κεφαλαιουχικών αγαθών, μάλλον θα υπάρξει μείωση του Α.Ε.Π., τουλάχιστον βραχυχρονίως.
Ο πληθωρισμός είναι προτιμώτερος από τον υπερπληθωρισμό που οδηγεί την οικονομία σε ύφεση, αλλά η κατάχρηση επεκτατικής νομισματικής πολιτικής ενέχει τον κίνδυνο υπερπληθωρισμού.   Εάν υπάρξει υπερπληθωρισμός και χαθεί η  εμπιστοσύνη στο νέο νόμισμα, όχι μόνο είναι εξαιρετικά δύσκολος ο προγραμματισμός, αλλά υπάρχει κίνδυνος να χρησιμοποιείται το ευρώ όχι μόνο ως μέσο αποθηκεύσεως πλούτου και συγκρίσεως αξιών, αλλά ακόμα και ως μέσο συναλλαγών.  Στην περίπτωση αυτή, θα συμβεί στην Ελλάδα ότι και σε άλλες δολλαριοποιημένες οικονομίες: το εθνικό νόμισμα να αντικατασταθεί από άλλο ισχυρώτερο de facto και οι καταθέτες για να προστατευτούν από τον πληθωρισμό θα έχουν καταθέσεις σε συνάλλαγμα και όχι σε τοπικό νόμισμα. Αυτό συνέβη σε Αργεντινή, Βολιβία, Βολιβία, Ουρουγουάη, Βιετνάμ όπου ο πληθωρισμός είχε ξεπεράσει το 300% στο τέλος της δεκαετίας του ΄80.
Στην Αργεντινή χωρίς προειδοποίηση οι καταθέσεις σε δολλάρια που αντιπροσώπευαν το 74% των συνολικών το 2001 μετατράπηκαν σε πέσος, το οποίο υποτιμήθηκε[6] (2002: 26% πληθωρισμός, 2003:13%, 2004:4%) και έκτοτε οι κάτοικοι αποταμιεύουν σε μεγάλο ποσοστό εκτός τραπεζικού συστήματος. Το 74% έχει μειωθεί σε 1%. Οι περιορισμοί στις καταθέσεις σε συνάλλαγμα που επέβαλλαν χώρες όπως η Βολιβία και το Περού,  είχαν ως αποτέλεσμα τη φυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό, με αποτέλεσμα να αρθούν οι περιορισμοί και να παραμείνει υψηλό το ποσοστό καταθέσεων σε δολλάρια και να δημιουργούνται δυσκολίες στην άσκηση νομισματικής πολιτικής από τις αρχές.

3.Δ.1. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑΣ
Οι εξελίξεις στη Βενεζουέλα δείχνουν ότι μία κατά μέτωπο σύγκρουση με τους δανειστές μπορεί να έχει σημαντικό κόστος. Η Βενεζουέλα έχει το μικρότερο ποσοστό ακραίας φτώχειας στη Λ. Αμερική και έχει να επιδείξει αξιοσημείωτα κοινωνικά επιτεύγματα σε τομείς συμμετοχής γυναικών στο εργατικό δυναμικό, υγείας, εκπαιδεύσεως, βρεφικής & παιδικής θνησιμότητας, παρά τον οικονομικό πόλεμο. Η Βενεζουέλα έχει σύστημα πολλαπλών συναλλαγματικών ισοτιμιών: υπερτιμημένο μπολιβάρ για εισαγωγές βασικών καταναλωτικών ειδών(φάρμακα και τρόφιμα, τα οποία καλύπτουν περίπου το 80% εμπορίου), λιγώτερο υπερτιμημένο για λοιπές εισαγωγές λοιπών καταναλωτικών αγαθών και για όσους σπουδάζουν στο εξωτερικό και λοιπές επιχειρήσεις και τέλος η μαύρη αγορά στην οποία η τιμή του μπολιβάρ είναι σχεδόν 15 φορές μικρότερη από την χαμηλώτερη επίσημη ισοτιμία. Μέσω του συστήματος πολλαπλών συναλλαγματικών ισοτιμιών επιδιώκεται να είναι φθηνώτερες οι τιμές βασικών καταναλωτικών & κεφαλαιουχικών αγαθών.  Οι επιδοτήσεις σε αγαθά όπως η βενζίνη που πωλούνται κάτω του κόστους, έχει ως συνέπεια την αύξηση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού ανήλθε σε 17,2% το 2014 , από το οποίο το 7% αφορούσε επιδοτήσεις καυσίμων.
Οι εισαγωγικές εταιρείες εισάγουν αγαθά στην επίσημη ισοτιμία, αποκρύπτουν και τα πουλούν ακριβώτερα επικαλούμενες μεταβολές της τιμής δολλαρίου στη μαύρη αγορά συναλλάγματος. Οι αυξήσεις τιμών σε εισαγόμενα αγαθά επηρεάζουν και τις τιμές των εγχωρίως παραγόμενων ειδών που χρησιμοποιούν σε μεγάλο ποσοστό εισαγωγές  πρώτων υλών. Το 2014 παρά την αύξηση στους μισθούς κατά 55%, μειώθηκε η αγοραστική δύναμή τους, επειδή ο πληθωρισμός ανήλθε σε 64,3%.
Οι ποσότητες που μπορούν να αποκτηθούν από εταιρείες στην επίσημη αγορά συναλλάγματος είναι καθορισμένες. Το 2014 ιδιωτικές εισαγωγικές επιχειρήσεις παραπονέθηκαν ότι δεν μπορούσαν να αγοράσουν αρκετά δολλάρια λόγω των συναλλαγματικών ελέγχων για να ικανοποιήσουν τη ζήτηση, με συνέπεια τη μαύρη αγορά. Αλλά ενώ η κυβέρνηση ελέγχει αγορά συναλλάγματος, δεν ελέγχει το πώς χρησιμοποιείται το συνάλλαγμα.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα μέσω ελέγχων για το αν αποκρύπτουν οι εισαγωγείς αγαθά και ιδίως τρόφιμα και μέσω περιορισμών στις ποσότητες αγαθών που μπορεί να αγοράσει ο κάθε πολίτης, ώστε να μη διοχετεύει τα επιπλέον στη μαύρη αγορά. Τα παραπάνω δείχνουν ότι πέρα από το σαμποτάζ, η δημιουργία μαύρης αγοράς είναι ορθολογική συμπεριφορά εκ μέρους επιχειρήσεων και ιδιωτών. Το σύστημα πολλαπλών ισοτιμιών & οι έλεγχοι κινήσεως κεφαλαίων χωρίς εθνικοποίηση του εξωτερικού εμπορίου έχει ως συνέπεια την αύξηση της γραφειοκρατίας και των ελέγχων (και της διαφθοράς) & τη δημιουργία παράλληλης οικονομίας γύρω από το δολλάριο.

Β) ΧΡΕΟΣ
  1. ΔΥΝΗΤΙΚΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ
Το υψηλό δημόσιο χρέος θέτει περιορισμούς στην οικονομική ανάπτυξη επειδή η εξυπηρέτησή του απορροφά πόρους. Υπάρχουν οι εξής τρόποι αντιμετωπίσεως του χρέους:
Δημοσιονομική προσαρμογή μέσω δημοσιονομικών πολιτικών ώστε να περιοριστούν τα ελλείμματα. Αύξηση φόρων, μείωση δαπανών με στόχο να αποκατασταθεί εμπιστοσύνη και να μειωθεί το επιτόκιο δανεισμού. Βραχυχρονίως ο περιορισμός της ενεργού ζητήσεως οδηγεί σε ύφεση. Αν η μείωση του ΑΕΠ είναι μεγαλύτερη από τη μείωση του δημοσίου χρέους, ο λόγος δημόσιο χρέος/ ΑΕΠ αυξάνει, παρά τη μείωση ή εξάλειψη των ελλειμμάτων(όπως συνέβη στην Ελλάδα). Στην περίπτωση αυτή, οι πολιτικές λιτότητας προκαλούν μείωση εισοδημάτων, καθιστούν δυσχερέστερη την εξυπηρέτηση του χρέους και αυξάνουν την πιθανότητα χρεοκοπίας αντί να την αποτρέπουν,  με αποτέλεσμα να επιτείνεται το κλίμα αβεβαιότητας. Συνέπεια της καταστάσεως είναι η διατήρηση υψηλών επιτοκίων, η οποία επιδρά αρνητικά στις επενδύσεις και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Πληθωρισμός που μειώνει την πραγματική αξία του χρέους. Εάν οι επενδυτές τον έχουν προεξοφλήσει, θα έχουν τιμολογήσει αναλόγως τα ομόλογα με υψηλότερα επιτόκια. Για να είναι αποτελεσματικός ως εργαλείο μειώσεως πραγματικού χρέους, θα πρέπει να μην έχει προβλεφθεί από τους δανειστές. Η αύξηση πληθωρισμού πιθανώς θα προκαλέσει δυσκολίες σε μελλοντικό δανεισμό. Οι χώρες μέλη της ευρωζώνης δεν έχουν έλεγχο επί της νομισματικής βάσης και δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τον πληθωρισμό ως εργαλείο.
Επεκτατικές πολιτικές που προωθούν ανάπτυξη ώστε να μειωθεί ο λόγος δημόσιο χρέος προς Α.Ε.Π. Όμως κατά κανόνα τέτοιες πολιτικές δημιουργούν ελλείμματα που κατά κανόνα αυξάνουν το ύψος του χρέους.
Αναδιάρθρωση χρέους (ύστερα από συμφωνία με δανειστές)μέσω επιμηκύνσεων, μειώσεως επιτοκίων, διαγραφής μέρους χρέους. Όταν ο δανεισμός είναι βραχυχρόνιος αυξάνεται η πιθανότητα να υπάρξουν προβλήματα ρευστότητας, αλλά αν το πρόβλημα είναι όχι ρευστότητας, αλλά φερεγγυότητας και αδυναμίας εξυπηρετήσεως δανείων, η ανανέωση δανείων και παράταση λήξεων δε λύνει το πρόβλημα.
Πολλές αναδυόμενες χώρες συμπεριλαμβανομένης Αργεντινής, Ρωσίας έκαναν αναδιάρθρωση ύστερα από το 1990. Η αναδιάρθρωση προκαλεί ζημία και σε εγχώριους επενδυτές και ίσως μελλοντικά να υπάρξουν δυσκολίες σε δανεισμό από αγορές.
Υποχρεωτικός εσωτερικός δανεισμός μέσω της χρήσεως μεθόδων ώστε να υποχρεωθούν εγχώριοι επενδυτές όπως ασφαλιστικά ταμεία να αγοράσουν ομόλογα με διοικητικά καθορισμένο αρνητικό πραγματικό επιτόκιο. Εφαρμόστηκε την περίοδο 1945-1980 στις ανεπτυγμένες οικονομίες, όπου τα πραγματικά επιτόκια ήταν αρνητικά περίπου για το μισό διάστημα. Οικονομολόγοι υπολογίζουν ότι αυτή η πρακτική συνέβαλλε στο να μειώνεται το δημόσιο χρέος περίπου 3-4% ετησίως. Μέσω αυτής αποφεύγονται μέτρα σκληρής λιτότητας, εκτίναξη πληθωρισμού, παρενέργειες αναδιαρθρώσεως χρέους και βοηθείται η ανάπτυξη με κόστος ζημίες σε ασφαλιστικά ταμεία (και συνταξιοδοτικό σύστημα). Η εφαρμογή τέτοιας πολιτικής απαιτεί περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων και είναι πιο δύσκολο να εφαρμοστεί λόγω της φιλελευθεροποιήσεως της οικονομίας και της απορρυθμίσεως των αγορών από τη δεκαετία του ’80.
Στάση πληρωμών μονομερώς και κήρυξη χρεοκοπίας. Στην περίπτωση μας άνω του 90% των δανείων έχει διατεθεί για αποπληρωμή παλαιότερων δανείων, παρά τα όσα υποστήριζε ο πρώην ΥΠ.ΟΙΚ. Παπακωσταντίνου (και οι διάδοχοί του) ότι ο δανεισμός είναι αναγκαίος για την καταβολή συντάξεων και μισθών. Επιπλέον λόγω της απομοχλεύσεως που θα διαρκέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί εξωτερικός δανεισμός για αναπτυξιακούς σκοπούς, αφού θα χρειαστεί να επιτυγχάνονται συνεχώς πρωτογενή πλεονάσματα, ο καθαρός δανεισμός θα είναι αρνητικός.

  1. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΧΡΕΟΚΟΠΙΑΣ
Υπάρχουν εμπειρικές μελέτες για τις συνέπειες κρατικής χρεοκοπίας. Χώρες που έχουν χρεοκωπήσει κατά το παρελθόν πληρώνουν υψηλώτερα επιτόκια δανεισμού, αν και είναι ασαφές πόσο αυτό διαρκεί.  Οι εμπειρικές έρευνες σχετικά με το κόστος δανεισμού καταλήγουν σε διαφορετικά συμπεράσματα:1) μελέτες που δε βρίσκουν επίπτωση στο κόστος δανεισμού, 2)έρευνες που βρίσκουν μεγάλη διάρκεια και σημαντική επίδραση πτωχεύσεως σε κόστος δανεισμού, 3)έρευνες που βρίσκουν προσωρινή και ταχέως μειούμενη επίδραση επί του κόστους δανεισμού.
Χώρες που χρεοκώπησαν τη δεκαετία του ‘80 απέκτησαν πρόσβαση στις διεθνείς πιστώσεις σε περίπου 4 έτη.  Την περίοδο 1880-1914 οι πτωχεύσεις συνδέονταν με αύξηση των επιτοκίων δανεισμού περίπου 90 μονάδες βάσης (0,9%) το έτος που ακολουθούσε το τέλος της πτωχεύσεως, αλλά η συνέπεια μειωνόταν ταχέως διαχρονικά. Οι παλινδρομήσεις για την περίοδο 1997-2004 δείχνουν ότι η χρεοκοπία έχει μεγάλη και στατιστικά σημαντική επίδραση στα επιτόκια δανεισμού (4%) το έτος που συμβαίνει, αλλά η επίδραση το επόμενο έτος είναι 2,5%, αλλά όχι στατιστικά σημαντική. Σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα οι επιδράσεις είναι μικρές και στατιστικά ασήμαντες, δηλαδή οι επενδυτές αντιδρούν εντόνως αλλά μόνο βραχυχρονίως. Η χρεοκοπία έχει αρνητικές συνέπειες στο εξωτερικό εμπόριο. Η επαναδιαπραγμάτευση χρέους στο κλαμπ Παρισίων συνδέεται με μείωση του διμερούς εμπορίου για 15 έτη περίπου 8% ετησίως. Οι χρεοκοπίες έχουν μεγάλο κόστος στις εξαγωγικές βιομηχανίες (μεταξύ άλλων δυσχεραίνουν το δανεισμό), αλλά υπάρχουν διαφορετικά συμπεράσματα για το πόσο διαρκούν οι επιπτώσεις της χρεοκοπίας στις εξαγωγές. [7]  Υπάρχει αρνητική συσχέτιση μεταξύ χρεοκοπίας και αναπτύξεως, αλλά είναι δύσκολο να διαπιστωθεί η αιτιότητα, δηλαδή η σχέση μεταξύ αιτίου και αιτιατού και αν η αιτία της υφέσεως είναι η χρεοκοπία ή άλλοι παράγοντες οι οποίοι ερμηνεύουν και τη χρεοκοπία και την οικονομική ύφεση. Μελέτη για τις επιπτώσεις της χρεοκοπίας στην ανάπτυξη σε αναδυόμενες αγορές και συμπέρανε ότι η μείωση Α.Ε.Π. προηγείται χρεοκοπίας και το χαμηλώτερο σημείο υφέσεως συμπίπτει με το τρίμηνο της πτωχεύσεως. Το πρώτο έτος της πτώχευσης υπολογίζεται ότι η πτώση στο Α.Ε.Π. ανέρχεται σε 2,6%. Το γενικώτερο συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι τα κόστη χρεοκοπίας είναι σημαντικά, αλλά βραχυχρόνια.
Πάντως, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι αθέτηση πληρωμών προς το Δ.Ν.Τ. θα έχει μεγαλύτερο κόστος από τη στάση πληρωμών απέναντι σε οποιοδήποτε άλλο πιστωτή. Το Δ.Ν.Τ. έχει 188 μέλη (τα μόνα κράτη που δεν είναι μέλη του είναι η Κούβα, η Β. Κορέα, η νήσος Ναούρου που έχει ως νόμισμα το αυστραλιανό δολλάριο, οι πόλεις κράτη Μονακό, Λιχτεστάιν (με νόμισμα το ελβετικό φράγκο) & η Ανδόρα) και η αθέτηση πληρωμών μάλλον θα έχει ακόμα μεγαλύτερο κόστος στις συναλλαγές με το εξωτερικό.
Το Δ.Ν.Τ. είναι ο δανειστής της τελευταίας προσφυγής και δεν έχει συμβεί ποτέ να μην λάβει πίσω όλο το ποσό που χορήγησε[8].  Ακόμα και η Αργεντινή εξώφλησε το Δ.Ν.Τ. Στις 31/1/2015 είχαν υπερήμερες οφειλές άνω των τριών μηνών τα εξής κράτη: Σομαλία 235,44, Σουδάν 976,57, Ζιμπάμπουε 80,24 (τα ποσά σε εκατομμύρια Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα). Στις 30/1/2015 η ισοτιμία ήταν  0,802 ΕΤΔ=1 ευρώ. Με εξαίρεση τις τρεις τελευταίες, όλες οι άλλες χώρες έχουν εξωφλήσει τις υποχρεώσεις τους, έστω και με καθυστέρηση ετών.


3.ΣΤΑΣΗ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΕΝΤΟΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ
Οικονομολόγοι όπως ο Μηλιός[9] προτείνουν ως λύση τη χρεοκοπία εντός της ευρωζώνης. Πέρα από το ότι στα παρατιθέμενα αποσπάσματα υπονοεί ότι μπορούμε να έχουμε και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο καλυπτόμενος από το ότι η στάση πληρωμών δε συνεπάγεται αυτομάτως πιστωτικό γεγονός, αλλά αφού αποφασίσει το ΔΝΤ, η τακτική αυτή θα μπορούσε να έχει αποτέλεσμα (όπως υπονοείται από τα άρθρα) μόνο στην περίπτωση που υποχωρούσε σε πολύ σύντομο διάστημα η πλευρά των δανειστών (αν και αδυνατώ να καταλάβω το λόγο που θα το έκανε από τη στιγμή που θα υπήρχε ρητή διαβεβαίωση ότι θα επιδιωχθεί πάσει θυσία συμφωνία εντός της ευρωζώνης). Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση αυτή η τακτική θα οδηγούσε αυτομάτως σε κατάρρευση το τραπεζικό σύστημα[10] και σε σημαντική μείωση του Α.Ε.Π..  Οι πτωχευμένες τράπεζες δε θα λάμβαναν καμία μορφή ενισχύσεως από Ε.Κ.Τ.(η οποία τις έχει υπό την εποπτεία της και θα μπορούσε να ανακαλέσει τις άδειες τους λόγω ανεπάρκειας κεφαλαίων) και προφανώς ούτε τα ελληνικά ομόλογα θα γίνονταν δεκτά ως ενέχυρα από την Ε.Κ.Τ., ούτε θα γινόταν αποδεκτό να ενισχυθεί η ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών μέσω του E.L.A.. Για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα ρευστότητας, θα έπρεπε να επιβληθούν περιορισμοί στις αναλήψεις και στην κίνηση κεφαλαίων. Οι πιστωτές θα είχαν απαιτήσεις απέναντι στα περιουσιακά στοιχεία των ελληνικών τραπεζών.[11] Λόγω προβλημάτων ρευστότητας, θα υπήρχε αδυναμία να εξωφληθούν και οι δανειστές εκτός ευρωζώνης(όπως το Δ.Ν.Τ.)[12],  οπότε μάλλον θα ήταν απίθανο να ξαναδανειστεί το κράτος από το εξωτερικό ώσπου να υπάρξει συμφωνία και μόνη λύση θα έμενε ο εσωτερικός δανεισμός από τα ασφαλιστικά ταμεία ή τους καταθέτες ή η αύξηση της φορολογίας. Πέρα του προφανούς κόστους από τον υποχρεωτικό εσωτερικό δανεισμό (πλήρης κατάρρευση εμπιστοσύνης σε τραπεζικό σύστημα)  η κυβέρνηση θα πρέπει να εμφανίζει τουλάχιστον ισοσκελισμένο προϋπολογισμό αν όχι πρωτογενή πλεονάσματα.
Επειδή θα κυκλοφορούσε νόμισμα που δε βρίσκεται υπό τον έλεγχο της Τραπέζης της Ελλάδος και επειδή η Ε.Κ.Τ. δε θα ενίσχυε τη ρευστότητα όπως έκανε το 2012, η ποσότητα κυκλοφορούντος χρήματος σε μία πτωχευμένη χώρα εντός ευρωζώνης δε θα μπορούσε να αυξηθεί. Επειδή οι εισαγωγές είναι περισσότερες και αναγκαστικά θα πλήρωνε σε ευρώ (το οποίο θα είχε θέση ισοδύναμη με συναλλαγματικό απόθεμα) λογικά κάποια στιγμή θα ξέμενε από ευρώ (εφόσον δεν μπορεί να εκτυπώσει), η οικονομία θα αντιμετώπιζε έλλειψη ρευστού ακόμα πιό έντονη, με συνέπεια ακόμα μεγαλύτερο περιορισμό οικονομικών συναλλαγών.
Επειδή σε περιόδους αβεβαιότητας & αποπληθωριστικών προσδοκιών υπάρχει τάση διακράτησης χρημάτων και περιορισμού δαπανών, προκύπτει ότι με στάση πληρωμών εντός της ευρωζώνης, πέρα από τη μείωση της ποσότητας χρήματος, θα υπάρξει και μείωση της κυκλοφοριακής ταχύτητας και των συναλλαγών και η πτώση του Α.Ε.Π. θα υπερβεί τη μείωση του ποσότητας χρήματος.
Οι υποστηρικτές αυτής της προτάσεως προσπαθούν να παρακάμψουν το πρόβλημα προτείνοντας την έκδοση παράλληλου νομίσματος. Δεν είναι δείγμα σοβαρότητας να αναμένεται ότι η Ε.Κ.Τ., η οποία παρεμβάλλει προσκόμματα στην αύξηση του δανεισμού του δημοσίου, στην ενίσχυση της ρευστότητας των τραπεζών κλπ. επειδή υπάρχουν αμφιβολίες για το κατά πόσο θα ενταχθεί η Ελλάς σε πρόγραμμα, θα συναινέσει στην έκδοση παράλληλου νομίσματος από τη πτωχευμένη Ελλάδα. Είναι απίθανο να παραβιάσει κανονισμούς Ε.Κ.Τ. άνευ ουδεμίας συνεπείας.
Για να αντιμετωπιστεί η έλλειψη ρευστότητας  στην περίπτωση που έχει γίνει στάση πληρωμών εντός της ευρωζώνης, εαν λόγω των ευρωπαϊκών συμβάσεων δεν επιτρέπεται η έκδοση νομίσματος, τότε το κράτος θα πλήρωνε υποχρεώσεις (προμηθευτές, μισθούς, συντάξεις κλπ.) όπως και η πολιτεία της Καλλιφόρνια: με έκδοση ομολογιών IOUs. ( Η διαφορά είναι ότι η Καλλιφόρνια τα εξέδωσε για να αποφύγει στάση πληρωμών και υπήρχε περισσότερη εμπιστοσύνη από ότι θα υπάρχει σε εκδότη που μονομερώς έχει σταματήσει να πληρώνει τις υποχρεώσεις του). Τα IOUs θα ήταν διαπραγματεύσιμα με έκπτωση έναντι του ευρώ και μάλλον θα δημιουργείτο μαύρη αγορά ανταλλαγής με ευρώ. Επειδή το ευρώ θα παρέμενε ως το επίσημο νόμισμα, είναι άξιο απορίας πως θα κατάφερνε το κράτος να εξωφλήσει τις ομόλογίες αυτές εάν εξέδιδε μεγάλη ποσότητα για μεγάλο διάστημα. Στην περίπτωση μη εξοφλήσεως, θα μειωνόταν ακόμα περισσότερο η εμπιστοσύνη προς τα IOUs. Προφανώς δε θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στο εξωτερικό εμπόριο, που θα εξακολουθούσε να διεξάγεται αποκλειστικά με ευρώ.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Από τα παραπάνω είναι προφανές ότι η παραμονή στην ευρωζώνη συνεπάγεται στασιμότητα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Κατά τη γνώμη μου η πρόταση για στάση πληρωμών εντός της ευρωζώνης συνδυάζει τα μειονεκτήματα της συμμετοχής στην ευρωζώνη (μη ύπαρξη εργαλείων οικονομικής πολιτικής) χωρίς κανένα από τα πλεονεκτήματα (εξάλειψη κινδύνου εξαντλήσεως συναλλαγματικών αποθεμάτων) και θα έχει ακόμα χειρότερα αποτελέσματα.
Χρειάζεται να εφαρμοστεί ένα πρόγραμμα ανασυγκροτήσεως ακόμα και  το οποίο να περιλαμβάνει μέτρα κρατικού παρεμβατισμού που έρχονται σε αντίθεση με τις συνθήκες της Ε.Ε.. Θεωρητικά θα μπορούσε μέσω διαπραγματεύσεων αντί συγκρούσεως να υπάρξει συναινετική λύση και να γίνουν αποδεκτές λύσεις όπως διπλό νόμισμα (με παραμονή στην ευρωζώνη), προσωρινή έξοδος από ευρωζώνη[13] και παραμονή στην Ε.Ε. ή προσωρινή εξαίρεση από συνθήκες και ειδική σχέση. Όμως, πέρα από το ότι το πιθανώτερο είναι να μη γίνει δεκτό τίποτα από τα παραπάνω, για να έχουν νόημα οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να υπάρχει η βούληση εφαρμογής του πυρήνα του προγράμματος, είτε υπάρξει συμφωνία με τους δανειστές είτε όχι, με ή χωρίς παραμονή στην ευρωζώνη ή στην Ε.Ε..
Προφανώς η προσπάθεια ανατροπής ισχύοντος κοινωνικού συστήματος θα προκαλέσει μεγαλύτερες αντιδράσεις από την εγχώρια και διεθνή αστυκή τάξη και είναι ερώτημα τι συμμαχίες θα διαμορφωθούν σε μία τέτοια σύγκρουση. Έγραψα όλα τα παραπάνω όσο μπορούσα αναλυτικώτερα, ελπίζοντας να συμβάλλω σε τεκμηριωμένο διάλογο, επειδή πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχει επίγνωση των δυσκολιών του εγχειρήματος και όχι καλλιέργεια αυταπατών και βολονταρισμού με δηλώσεις ότι η αλλαγή νομίσματος είναι θέμα βούλησης…
Τσονόπουλος Παναγιώτης
[1] Όμως σε νομισματικές περιοχές που υπάρχει καπιταλισμός, οι δυνάμεις της αγοράς τείνουν να αυξάνουν τις ανισότητες παρά τις μεταβιβάσεις, όπως δείχνουν τα παραδείγματα της Ν. Ιταλίας και της Α. Γερμανίας.
[2] Στο τέλος του 2001 επιβλήθηκαν περιορισμοί στις αναλήψεις τραπεζικών καταθέσεων που τερματίστηκαν την 1/4/2003 (αφού είχε προηγηθεί μείωση καταθέσεων κατά 17,8% σε ετήσια βάση λόγω φόβου περιορισμού στις αναλήψεις). Τον ιανουάριο του 2002  μετατράπηκαν τα χρέη (το 72,3% των δανείων ήταν σε ξένο νόμισμα το σεπτέμβριο του 2001) από δολλάρια σε πέσος με ισοτιμία 1:1.  Οι καταθέσεις σε δολλάρια μετατράπηκαν σε πέσος με ισοτιμία 1,4:1(http://www.nber.org/papers/w13740), ενώ η αγοραία τιμή ήταν περίπου 1,8(IMF staff papers vol.54, no.4) και τα επιτόκια διατηρήθηκαν στα προ της υποτιμήσεως επίπεδα. Η μετατροπή υποχρεώσεων τραπεζών σε υψηλώτερη αναλογία από τη μετατροπή των περιουσιακών τους στοιχείων τους προκάλεσε απώλεια κεφαλαίου. Η εγκατάλειψη της συνδέσεως του πεσό με το δολλάριο, είχε ως αποτέλεσμα να υποτιμηθεί το πεσό περίπου 70% σε 4 μήνες και να μειωθεί η αξία των καταθέσεων σε δολλάρια.

[3] Αναφέρονται στις υποτιμήσεις της δεκαετίας του ΄80, όταν η Ελλάς ως μέλος της τότε Ε.Ο.Κ. είχε ήδη απωλέσει εργαλεία πολιτικής όπως δυνατότης επιβολής δασμών σε εισαγόμενα προϊόντα από κοινοτικές χώρες. Πάντως, τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. δείχνουν το εμπορικό ισοζύγιο επιδεινώθηκε ύστερα από την ένταξη στην ευρωζώνη. Ο λόγος εξαγωγών προς εισαγωγές κυμαινόταν από 40,2% ως 51,1% την περίοδο 1973-1989 και 38,3-43,9% την περίοδο 1990-1997. Στις 15/3/1998 κλείδωσε η ισοτιμία δραχμής ευρώ και από τις 1/1/2002 το ευρώ υιοθετήθηκε ως επίσημο νόμισμα. Ο λόγος εξαγωγών προς εισαγωγές  τη περίοδο 1998-2001 ήταν  35,1-36,8%. Το 2002 ήταν 31,5% και το διάστημα 2002 – 2009 σε κανένα έτος δεν ξεπέρασε το 32,4%. Οι υποστηρικτές της παραμονής στην ευρωζώνη και στην Ε.Ε. αναφέρονται στις επιδοτήσεις και τα χαμηλότοκα δάνεια που χορηγήθηκαν ύστερα από το 1981 παραβλέποντας τους όρους που τα συνόδευαν και τις επιπτώσεις στην εγχώρια πρωτογενή και δευτερογενή παραγωγή, η οποία έκτοτε έχει σημειώσει σημαντική πτώση, που επιδεινώθηκε ύστερα από το 2010. Η αύξηση των εμπορικών ελλειμμάτων στο ενδοκοινοτικό εμπόριο, ενίσχυσε την παραγωγική βάση βορειοευρωπαϊκών χωρών.
Βεβαίως, δεν μπορούμε με βεβαιότητα να αποφανθούμε ποια θα ήταν η εξέλιξη αν δεν είχε συμβεί ένα γεγονός (η ένταξη), επειδή η εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, αλλά είναι βάσιμη η υπόθεση ότι τα εμπορικά ελλείμματα, όπως και ο ρυθμός αναπτύξεως μέχρι το2010 και ο εξωτερικός δανεισμός θα ήταν μικρότερα και η έξοδος από την κρίση του 2008 θα συνέβαινε ταχύτερα.
[4] Βατικιώτης, πριν 30/5/2015.
Πρέπει να τονιστεί ότι για να αντιμετωπιστούν οι κερδοσκοπικές επιθέσεις που θα οδηγήσουν σε εξάντληση συναλλαγματικών αποθεμάτων ή υποτίμηση δραχμής θα είναι αναγκαίοι οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων, οι οποίοι ceteris paribus προστατεύουν την εγχώρια οικονομία από κρίσεις στην παγκόσμια. Για παράδειγμα στην κρίση στην Ασία το 1997, οι χώρες που είχαν φιλελευθεροποιήσει τις οικονομίες όπως Μαλαισία, Φιιλππίνες, Ταϋλάνδη, Ν. Κορέα, Ινδονησία ήταν πιο ευάλωτες από την Κίνα και την Ινδία που διατηρούσαν ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων. Όμως αν με το νέο νόμισμα δεν υπάρξει ανάπτυξη και υπάρχουν υψηλά ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, θα ασκούνται υποτιμησιακές πιέσεις. Σε τέτοιες συνθήκες μάλλον δε θα υπάρξει εμπιστοσύνη των κατοίκων στο νέο υπερτιμημένο νόμισμα. Είναι πιθανό να δημιουργηθεί μαύρη αγορά συναλλάγματος όπως στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού.

[5] 9/6/2011
[6]  Ισοτιμία πεσός με 1 δολλάριο(τέλος μηνός):δεκέμβριος 2001:0,994, ιανουάριος 2002:1,825, μάρτιος 2002:2,91, μάϊος 2002: 3,55, ιούνιος 2002:3,8, δεκέμβριος 2002: 3,35, δεκέμβριος 2003:2,935, δεκέμβριος 2004:2,971, δεκέμβριος 2005: 3,027, δεκέμβριος 2006: 3,061, δεκέμβριος 2007: 3,149, σεπτέμβριος 2008:3,132. Από τον οκτώβριο του 2008 που ξέσπασε η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση ξεκίνησε νέος γύρος υποτιμήσεως του πεσό: δεκέμβριος 2008: 3,453, δεκέμβριος 2009:3,798, δεκέμβριος 2010: 3,969, δεκέμβριος 2011:4,302, δεκέμβριος 2012:4,9128, δεκέμβριος 2013:6,518, δεκέμβριος 2014:8,55.
[7] Ωστόσο υπάρχουν περιπτώσεις χωρών που χρεκώπησαν όπως η Ρωσία,  Ισλανδία και η Αργεντινή, στις οποίες πέρα από το ότι η μείωση του Α.Ε.Π. διήρκεσε 0-2 έτη ύστερα από το έτος χρεοκοπίας, μετά τη χρεοκοπία υπήρξε αύξηση των εξαγωγών ως ποσοστό του Α.Ε.Π. και βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
[8] npr 3/2/2012
[9] «..καθυστέρηση πληρωμών μέχρις ότου υπάρξει συμφωνία. Πάντα εντός της Ζώνης του Ευρώ… Η καθυστέρηση πληρωμών δεν συνεπάγεται έξοδο από τη ΖτΕ… η καθυστέρηση πληρωμών προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν συνεπάγεται αυτόματα «πιστωτικό γεγονός», αφού για την ύπαρξη ή μη πιστωτικού γεγονότος πρέπει να αποφασίσει το Εκτελεστικό Συμβούλιο του Ταμείου..»(3/5/2015), «Καθυστέρηση των υποχρεώσεων προς τους δανειστές. Με άλλα λόγια, καθυστέρηση πληρωμών μέχρις ότου υπάρξει εξασφάλιση της αναγκαίας για την κοινωνική μας πολιτική χρηματοδότησης….»(19/5/2015), «..Η συμφωνία που θα υπογράψει η ελληνική κυβέρνηση δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να παραβιάζει την λαϊκή εντολή για τέλος της λιτότητας…Η νεοφιλελεύθερη παγίδα μπορεί να διαρραγεί όταν η ελληνική κυβέρνηση καταστήσει σαφές ότι θα τολμήσει να επιλέξει την καθυστέρηση πληρωμών, προκειμένου να μην αθετήσει τη λαϊκή εντολή, να μην προδώσει όσους την εμπιστεύτηκαν. Εντός της Ζώνης του Ευρώ… Αν οι «θεσμοί» επιμείνουν στην αδιάλλακτη στάση τους, η ελληνική κυβέρνηση πρέπει όχι απλώς να καθυστερήσει τις δανειακές πληρωμές, αλλά και να διακόψει κάθε διαπραγμάτευση μέχρις ότου αποσυρθούν οι παράλογες απαιτήσεις της άλλης πλευράς…»(9/6/2015), «Το διακύβευμα είναι ο άμεσος τερματισμός της λιτότητας και η δραστική αναδιανομή πλούτου, εισοδήματος και ισχύος υπέρ των εργαζόμενων τάξεων και της κοινωνικής πλειοψηφίας ανεξάρτητα από το νομισματικό πλαίσιο..»(14/6/2015).
[10] «Το συζητημένο σενάριο ενός bankrun οφείλει πάντα να εντάσσεται (και άρα να εξετάζεται, πέρα από τις επιμέρους τεχνικές αντιμετώπισης) στο πλαίσιο ενός κοινωνικού συσχετισμού δύναμης. Παράλληλα είναι αδιανόητο να υιοθετείται το επιχείρημα ότι συνέχεια μιας υποτιθέμενης «κατάρρευσης των τραπεζών» θα ήταν η «έξοδος από το ευρώ»(26/2/2015). Από ότι καταλαβαίνω ό Μηλιός θεωρεί ότι οι συνεχείς εκροές καταθέσεων, ο περιορισμός της πρόσβασης στη ρευστότητα από την ΕΚΤ δε θα οδηγούσαν σε κατάρρευση των τραπεζών. Στα πλαίσια του οικονομικού πολέμου στις 30/6 έκλεισαν οι τράπεζες και ξανάνοιξαν αφού η ελληνική κυβέρνηση συνθηκολόγησε και αποδέχθηκε νέο μνημόνιο…
[11] Για να χορηγηθεί ρευστότητα από την Ε.Κ.Τ. προς τις εμπορικές τράπεζες ζητούνται ως ενέχυρα εργαλεία χρέους όπως ομόλογα, δάνεια, μετοχές (εφόσον εκπληρούν κριτήρια), προθεσμιακές καταθέσεις κλπ..
[12] Προφανώς δε θα είχε νόημα να επιβληθεί εσωτερικός δανεισμός μέσω φόρων ή χρησιμοποιήσεως καταθέσεων για να εξωφληθούν πιστωτές όπως το Δ.Ν.Τ.. Πέρα από το ότι το κούρεμα καταθέσεων θα συνέβαλε περαιτέρω στην κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος, θα μπορούσε να εφαρμοστεί μόνο βραχυχρονίως, αφού τα προβλήματα ρευστότητας θα αυξάνονταν μέσω της εκροής χρηματικών διαθέσιμων για να εξωφληθούν αλλοδαποί πιστωτές.
[13] Ο συντηρητικός γερμανός οικονομολόγος Ζιν τάχθηκε υπέρ προσωρινής εξόδου από ευρωζώνη, της δραχμοποιήσεως του διακρατικού χρέους (ναυτεμπορική 1/6/2016). Στην πρόταση που κατέθεσε στις 10/7/2015 ο Σόιμπλε πρότεινε (μάλλον εκ του ασφαλούς) σε περίπτωση μη αποδοχής απαιτήσεων δανειστών για μεταρρυθμίσεις, προσωρινή έξοδο από ευρωζώνη με πιθανή αναδιάρθρωση χρέους κατά το πρότυπο της Λέσχης του Παρισιού, επειδή όπως υποστηρίζει, δε μπορεί να γίνει αναδιάρθρωση αν η Ελλάς είναι μέλος της ευρωζώνης με βάση το άρθρο 125 της συνθήκης . Η εφημερίδα Heard in Europe ανέφερε ότι θα προσφερόταν στην Ελλάδα το ποσό των 50 δις ευρώ(euro2day 20/7/2015). Αν και τα παραπάνω μάλλον δεν εκφράζουν τη θέση της γερμανικής ελίτ απί του ζητήματος, θα μπορούσαν πιθανώς να αποτελέσουν προτάσεις προς συζήτηση και είναι συζητήσιμο αν θα είμασταν καλύτερα με τις παραπάνω προτάσεις από ότι είμαστε εφαρμόζοντας τους εφαρμοστικούς νόμους τυ 3ου μνημονίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου